- Σίβα
- I
Ινδική θεότητα, που προέρχεται από τη βεδική θεότητα των ανέμων Ρούντρα, που λέγεται και Γκιρίσα («Κύριος του Βουνού»), Πασουπάτι, Ούγκρα, Μαχαντέβα («Μέγας θεός») Προστάτης των γιόγκι (γιόγκα), είναι θεότητα τρομακτικού γενικά χαρακτήρα που κατοικεί στις κορυφές των βουνών, θεός του θανάτου, της τεκνοποίησης (έχει ως σύμβολο το λίνγκα, ή φαλλό) και της ζωής, δημιουργεί και καταστρέφει τους κόσμους με το ρυθμό του κοσμικού χορού του: γι’ αυτό θεωρείται προστάτης της μουσικής και των καλών τεχνών. Απεικονίζεται πότε σαν χορευτής (ναταράτζα), πότε σαν ερμαφρόδιτος (αρνταναρεσβάρα), πότε σαν ασκητής (καπαρντίν), με ένα τρίτο μετωπικό μάτι, βόστρυχο σε σχήμα κέρατος, ντυμένος με δέρμα αντιλόπης, και κυανωπό λαιμό επειδή έχει πιεί το δηλητήριο του αρχέγονου ωκεανού που απειλούσε να καταστρέψει την ανθρωπότητα. Όπλα του είναι το τόξο, το μαγικό τύμπανο, ο βρόχος και η τρίαινα που είναι και το σύμβολο του· ταξιδεύει με τον ταύρο Ναντίν. Μεταξύ των αμέτρητων έργων του είναι η καταστροφή, με μια τόξευση, των τριών πόλεων που είχαν ιδρύσει στον ουρανό οι γιοι του δαίμονα Ταράκα, η τρομερή φιλονικία του με το μέλλοντα πεθερό του Ντάκσα, που είχε παραλείψει να τον καλέσει σε μια θυσία, ο αγώνας του με το Βισνού σε παρόμοια περίσταση, η νίκη του επί του δαίμονα Ουσάνας, που είχε κλέψει τους θησαυρούς στην Κουμπέρα και η καύση του θεού Κάμα, που τον είχε αποσπάσει απ’ τη μελέτη της γιόγκα για να ερωτευθεί την Παρβάτι· απ’ αυτήν την ένωση γεννήθηκε ο Σκάντα, θεός του πόλεμου, που σκότωσε το δαίμονα Ταράκα. Η μορφή του Σ. είναι το κεντρικό σύμβολο των ταντρικών κύκλων (Τάν-τρα), κι αντιπροσωπεύει την αποκατάσταση του ανθρώπινου Εγώ στη σφαίρα του Απόλυτου, και ταυτόχρονα τηδημιουργία και διάλυση των ατέλειωτων κόσμων μέσω της πενταπλής σάκτι του. Στην ινδική Τριάδα (Τριμούρτι), ο Σ. συμβολίζει την καταστρεπτική όψη της θεότητας, εξαιτίας της οποίας, στο τέλος κάθε κοσμικής εποχής, οι κόσμοι απορροφώνται και πάλι από το Ανεκδήλωτο. Ο σιβαϊσμός έχει εμπνεύσει δύο από τα μεγαλύτερα φιλοσοφικά ινδικά κινήματα, το σαϊβασιντάντα και το πρατγιαμ-πίτζνια. Γυναίκα του Σ. είναι η Ντουργκά ή Κάλι ή Παρβάτι.II
Ο θεός Σίβα με δέκα χέρια. Πέτρινο γλυπτό τέχνης Τσαμ (12ος αι.), που προέρχεται από τους Αργυρούς Πύργους της Μπινχ - ντινχ (Μουσείο Γκιμέ, Παρίσι).
Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 280 μ.), στην επαρχία Μαλεβιζίου του νομού Ηρακλείου. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (2 τ. χλμ.).* * *ο, Νένας από τους κυριότερους θεούς τού ινδουισμού, ο οποίος λατρεύεται ως ανώτατη θεότητα από τους πιστούς τού σιβαϊσμού.[ΕΤΥΜΟΛ. < ινδ. Siva / Shiva < αρχ. ινδ. Sita «φιλικός, αίσιος, ευοίωνος, ελπιδοφόρος»].
Dictionary of Greek. 2013.